Διδακτορικές διατριβές

Μόνιμο URI για αυτήν τη συλλογήhttps://beta-pyxida.aueb.gr/handle/123456789/47

Νέα

Αυτή είναι η συλλογή από το παλιό σύστημα με ID:cid:4

Περιηγούμαι

Πρόσφατες Υποβολές

Τώρα δείχνει 1 - 20 από 63
  • Τεκμήριο
    The development of nascent entrepreneurial ventures in the context of innovation ecosystems: an activity theory approach to study contradictions and congruencies
    (03-11-2022) Μπαλούτσος, Ευστράτιος; Baloutsos, Stratos; Athens University of Economics and Business, Department of Management Science and Technology; Doukidis, Georgios; Lekakos, Georgios; Dennehy, Denis; Sailer, Klaus; Fouskas, Konstantinos; Karacapilidis, Nikolaos; Pramatari, Aikaterini
    Τα τελευταία χρόνια έχει υπάρξει πληθώρα δημοσιεύσεων γύρω από το ζήτημα των Οικοσυστημάτων Καινοτομίας. Παρόλα αυτά η ευρεία υιοθέτηση της έννοιας έχει οδηγήσει σε εννοιολογική ασάφεια. Επιπλέον, καθώς η ακριβής φύση των Οικοσυστημάτων Καινοτομίας παραμένει διφορούμενη, είναι δύσκολο να εντοπιστούν παράγοντες που μπορούν να καταστήσουν ένα τέτοιο οικοσύστημα επιτυχημένο, βιώσιμο ή ελκυστικό για τους συμμετέχοντες. Ανεξάρτητα από τη θεωρητική τους πλαισίωση, τα οικοσυστήματα καινοτομίας είναι ζωτικής σημασίας για την επιτάχυνση της ανάπτυξης των επιχειρηματικών εγχειρημάτων, διευκολύνοντας τη διαδικασία καινοτομίας και είναι ιδιαίτερα σημαντικά για τις νεοσύστατες επιχειρήσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, η παρούσα διδακτορική διατριβή στοχεύει να προσθέσει στο παρόν σώμα της βιβλιογραφίας παρέχοντας ένα θεωρητικό πλαίσιο που επιτρέπει την εννοιολόγηση των Οικοσυστημάτων Καινοτομίας προκειμένου να κατανοήσουμε πώς η ύπαρξη Οικοσυστημάτων Καινοτομίας επηρεάζει τα εκκολαπτόμενα επιχειρηματικά εγχειρήματα. Για το σκοπό αυτό, η παρούσα εργασία χρησιμοποιεί το θεωρητικό πλαίσιο που παρέχει η Θεωρία Δραστηριοτήτων για την εννοιολόγηση τα Οικοσυστήματα Καινοτομίας ως διασυνδεδεμένα συστήματα δραστηριοτήτων και προτείνει τη χρήση αντιφάσεων και συμμορφώσεων για να εξηγήσει τους μηχανισμούς που εμποδίζουν ή επιτρέπουν την καινοτομία σε ένα οικοσύστημα. Ως εκ τούτου, αυτή η εργασία στοχεύει να απαντήσει ποιες είναι οι κύριες αντιφάσεις και συμμορφώσεις που αναπτύσσονται στα Οικοσυστήματα Καινοτομίας, τα οποία αποτελούνται από νεοσύστατες επιχειρήσεις, και πώς αυτές διαφέρουν μεταξύ συστημάτων.Αυτή η διδακτορική διατριβή βασίζεται σε μια διερευνητική μελέτη που εκτείνεται σε τέσσερα χρόνια και 15 χώρες, με πρόσβαση σε τρία διαφορετικά οικοσυστήματα, και αξιοποιεί τις γνώσεις περισσότερων από 40 εμπλεκόμενων ατόμων από 28 οργανισμούς. Χρησιμοποιώντας αυτό το δείγμα, αυτή η εργασία εφαρμόζει έναν νέο συνδυασμό Θεμελιωμένης Θεωρίας και Θεωρίας Δραστηριοτήτων για να δημιουργήσει ένα πλαίσιο έρευνας για τα Οικοσυστήματα Καινοτομίας. Ως εκ τούτου, καθίσταται δυνατή η διερεύνηση των εσωτερικών λειτουργιών και η κατανόηση των αντιφάσεων που προκύπτουν εντός των συμμετεχόντων οργανισμών, μεταξύ των διαφόρων οργανισμών και μεταξύ των οργανισμών και του οικοσυστήματος.
  • Τεκμήριο
    Optimization methods for production scheduling: models, algorithms and applications in IoT driven flexible manufacturing systems
    (15-12-2022) Κασαπίδης, Γρηγόρης; Kasapidis, Gregory; Athens University of Economics and Business, Department of Management Science and Technology; Μούρτος, Ιωάννης; Παρασκευόπουλος, Δημήτριος; Ιωάννου, Γεώργιος; Νεάρχου, Ανδρέας; Εμίρης, Δημήτριος; Ζαχαριάδης, Εμμανουήλ; Ρεπούσης, Παναγιώτης
    Αυτή η διδακτορική διατριβή προτείνει νέες μεθόδους βελτιστοποίησης για την επίλυση πληθώρας παραλλαγών του Προβλήματος Χρονοπρογραμματισμού σε Συστήματα Ευέλικτων Εργασιών (ΠΧΣΕΕ). Το ΠΧΣΕΕ είναι ένα πρόβλημα βελτιστοποίησης με NP-δυσκολία που εισήχθει από τον Brucker et. al. 1990. Η βασική διατύπωση του ΠΧΣΕΕ είναι γενική, επεκτάσιμη και έχει χρησιμοποιηθεί για την μοντελοποίηση πληθώρας λειτουργικών χαρακτηριστικών και ρεαλιστικών διεργασιών παραγωγής που εμφανίζονται σε μεγάλο αριθμό περιβαλλόντων παραγωγής (Li et. al. 2020). Επιπρόσθετα και λόγω της δυσκολίας του, το ΠΧΣΕΕ αποτελεί το κύριο αντικείμενο μελέτης πολλαπλών ερευνητικών εργασιών οι οποίες αποσκοπούν στην ανάπτυξη αποδοτικών αλγορίθμων (μετα-ευρετικοί αλγόριθμοι) για την παραγωγή υψηλής ποιότητας λύσεων σε μικρούς υπολογιστικούς χρόνους. Η κλασσική εκδοχή του ΠΧΣΕΕ ορίζεται ως εξής: Υπάρχει ένα σύνολο εργασιών, όπου κάθε εργασία αποτελείται από μια ή περισσότερες διαδικασίες/δραστηριότητες. Κάθε διαδικασία μπορεί να εκτελεστεί από μία ή περισσότερες μηχανές με διαφορετικούς χρόνους επεξεργασίας. Κάθε διαδικασία μπορεί να έχει το πολύ μια διάδοχη ή προκάτοχη διαδικασία. Ακόμη, κάθε μηχανή μπορεί να εκτελεί μία διαδικασία σε κάθε χρονική στιγμή, ενώ δεν επιτρέπεται η κατακερματισμένη εκτέλεση οποιασδήποτε διαδικασίας. Ο σκοπός είναι η ελαχιστοποίηση του χρόνου ολοκλήρωσης της αργότερης διαδικασίας. Μία από τις παραλλαγές του ΠΧΣΕΕ στην οποία επικεντρώνεται αυτή η διατριβή, είναι το ΠΧΣΕΕ με αυθαίρετους γράφους προτεραιοτήτων. Αυτή η παραλλαγή αποσκοπεί στην γενίκευση του ΠΧΣΕΕ θεωρώντας αυθαίρετους γράφους προτεραιοτήτων οι οποίοι μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την περιγραφή των συσχετίσεων των σχέσεων διαδοχής μεταξύ των διεργασιών μιας εργασίας. Για αυτό το πρόβλημα παρουσιάζονται μοντέλα μικτού ακέραιου προγραμματισμού, καθώς και προγραμματισμού περιορισμών (ΠΠ). Επιπρόσθετα, για την επίλυση του προβλήματος, προτείνεται ένας καινοτόμος εξελικτικός αλγόριθμος (ΕΑ). Αυτό το σχήμα υιοθετεί έναν μηχανισμό διασύνδεσης διαδρομών που βοηθά στον ανασυνδυασμό δύο ή παραπάνω λύσεων κατά τη διαδικασία εξέλιξης του πληθυσμού των λύσεων. Η εντατικοποίηση της αναζήτησης πραγματοποιείται χρησιμοποιώντας έναν αλγόριθμο απαγορευμένης έρευνας που είναι εξοπλισμένος με αποδοτικές μεθόδους εκτίμησης κόστους καθώς και εφικτότητας μιας κίνησης. Πιο συγκεκριμένα, για την εκτίμηση της εφικτότητας μιας κίνησης παρουσιάζονται νέα θεωρητικά αποτελέσματα τα οποία αποτελούν προεκτάσεις προηγούμενων θεωρητικών αποτελεσμάτων για το ΠΧΣΕΕ (Dauzere-Perez et.al. 1997). Λεπτομερή υπολογιστικά πειράματα σε γνωστά προβλήματα δείχνουν ότι ο ΕΑ που αναπτύχθηκε ξεπερνά σε απόδοση τους μέχρι στιγμής καλύτερους αλγόριθμους της βιβλιογραφίας. Ο ΕΑ παρήγαγε 59 βελτιωμένες λύσεις σε ένα σύνολο 228 προβλημάτων, ενώ ταυτόχρονα παρουσιάζονται 61 βελτιωμένα κατώτατα όρια. Για την εξερεύνηση της επίδρασης των αυθαίρετων γράφων προτεραιοτήτων στη ποιότητα των παραγόμενων προγραμμάτων παραγωγής, παρουσιάζονται λεπτομερή πειράματα σε ένα μικρού και μεγάλου μεγέθους προβλήματα. Σκοπός είναι η μελέτη της επίδρασης της ευελιξιμότητας του προβλήματος καθώς και της πυκνότητας των αυθαίρετων γράφων στην αντικειμενική συνάρτηση καθώς και στην δυσκολία παραγωγής καλών ανώτατων ορίων. Στη συνέχεια, σε μια προσπάθεια να καλυφθούν βιβλιογραφικά κενά σχετικά με προβλήματα που μελετούν συνδυασμούς διαφορετικών ειδών πόρων, τίθεται υπό μελέτη το πρόβλημα ΠΧΣΕΕ με πολλαπλούς περιορισμούς πόρων. Αυτή η παραλλαγή περιλαμβάνει ανανεώσιμες, μη ανανεώσιμες και συσσωρευτικούς πόρους με τη μορφή εργαλείων, ωφελιμοτήτων, ρυθμιστών περιορισμένης χωρητικότητας, ρυθμιστών για εν εξελίξει εργασίες καθώς και αυθαίρετων υλικών πόρων. Για την επίλυση αυτού του προβλήματος, προτείνεται ένας εξελικτικός αλγόριθμος βασισμένος σε ΠΠ. Αυτό το αλγοριθμικό πλαίσιο χρησιμοποιεί δομές μνήμης μεγάλης διάρκειας για την αποθήκευση πληροφοριών σχετικών με την ανάθεση διεργασιών σε μηχανές καθώς και ζευγών διεργασιών σε μηχανές, εφόσον αυτές έχουν εντοπισθεί σε υψηλής ποιότητας και διαφορετικές λύσεις κατά τη διάρκεια της εξερεύνησης του χώρου των λύσεων. Ακόμη προτείνονται χειριστές εξαγωγής περιορισμών οι οποίοι χρησιμοποιούν αυτές τις πληροφορίες προκειμένου να δημιουργήσουν συγκεκριμένες εξισώσεις περιορισμών οι οποίες λαμβάνονται υπόψιν από τον εκάστοτε επιλύτη ΠΠ προκειμένου να καθοδηγηθεί η εξερεύνηση σε υποσχόμενες περιοχές του χώρου των λύσεων. Η εμπεριστατωμένη πειραματική μελέτη πάνω σε γνωστά προβλήματα της βιβλιογραφίας υποδεικνύει την αποδοτικότητα και την υψηλή ανταγωνιστικότητα του αλγοριθμικού σχήματος σε σύγκριση με τους καλύτερους αλγορίθμους της βιβλιογραφίας. Επιπρόσθετα, παρουσιάζονται 34 νέες βελτιωμένες λύσεις για βιβλιογραφικά προβλήματα του ΠΧΣΕΕ, του Φραγμένου Προβλήματος Χρονοπρογραμματισμού Συστημάτων Εργασιών (ΦΠΧΣΕ) και του Προβλήματος Χρονοπρογραμματισμού σε μη Συσχετισμένες Παράλληλες Μηχανές με Πόρους (ΠΧΣΠΧ). Για την μελέτη της επίδρασης των διαφορετικών ειδών πόρων στην αντικειμενική συνάρτηση, διεξάγονται λεπτομερή υπολογιστικά πειράματα σε νέα μικρού και μεγάλου μεγέθους προβλήματα. Ένα ακόμα αντικείμενο της παρούσας διατριβής είναι η ενσωμάτωση μεθόδων βελτιστοποίησης σε συστήματα παραγωγής. Αρχικά, παρουσιάζεται η ενσωμάτωση μιας διαδικασίας βελτιστοποίησης σε ένα πλαίσιο Γνωστικού Ψηφιακού Διδύμου (ΓΨΔ). Αυτή η μέθοδος βελτιστοποίησης αναπτύσσεται ούτως ώστε να παρέχει λύσεις για το πρόβλημα χρονοπρογραμματισμού μιας αυτοκινητοβιομηχανίας. Το συγκεκριμένο πρόβλημα βελτιστοποίησης μοντελοποιείται σαν ένα ΠΧΣΕΕ με ανανεώσιμους και συσσωρευτικούς πόρους όπου επίσης συνυπολογίζονται προγραμματισμένες και μη διεργασίες συντήρησης. Σκοπός είναι η ελαχιστοποίηση της επίδρασης βλαβών μηχανών ή γραμμών παραγωγής στην ολοκλήρωση παραγγελιών μέσω του προσεκτικού χρονοπρογραμματισμού των διεργασιών συντήρησης. Ένα μοντέλο ΠΠ προτείνεται για την επίλυση του προβλήματος, ενώ επίσης παρουσιάζεται τόσο ο σχεδιασμός όσο και η ενσωμάτωση της μεθόδου βελτιστοποίησης σε ένα γενικότερο πλαίσιο ενός ΓΨΔ συστήματος. Για την εκτίμηση της αποδοτικότητας και της επίδοσης της προτεινόμενης μεθόδου βελτιστοποίησης, πραγματοποιούνται πειράματα τόσο σε πραγματικά όσο και σε συνθετικά δεδομένα. Ακόμη, παρουσιάζεται λεπτομερή υπολογιστικά πειράματα προκειμένου να γίνει μελέτη της επίδρασης των διεργασιών συντήρησης και των περιορισμών πόρων σε πληθώρα μετρικών παραγωγής όπως ο αργότερος χρόνος ολοκλήρωσης του προγράμματος, ο συνολικός χρόνος ροής καθώς και ο συνολικός χρόνος αδράνειας των μηχανών. Τέλος, παρουσιάζεται ένα Σύστημα Παραγωγής με Επίγνωση Καταστάσεων (ΣΠΕΚ). Το ΣΠΕΚ στοχεύει στην αναγνώριση και αντίδραση σε διαταραχές που μπορούν να συμβούν σε πραγματικά περιβάλλοντα παραγωγής, χρησιμοποιώντας νέες τεχνολογίες της Βιομηχανίας 4.0 όπως προγνωστική ανάλυση, εξομοίωση και βελτιστοποίηση. Το ΣΠΕΚ υιοθετεί μια προσέγγιση Έρευνας Επιστήμης Σχεδιασμού (ΕΕΣ) σε μια προσπάθεια να ενεργοποίηση την αναγνώριση και την διαχείριση διαταραχών, την απαρίθμηση των απαιτήσεων του χρήση καθώς και την επικύρωση της αποτελεσματικότητάς του συστήματος σε πρακτικό επίπεδο. Δύο εκδοχές του ΣΠΕΚ παρουσιάζονται οι οποίες αντιστοιχούν σε δύο πραγματικά περιβάλλοντα παραγωγής από τους χώρους των ηλεκτρονικών και της αυτοκινητοβιομηχανίας. Μια λεπτομερής υπολογιστική μελέτη παρουσιάζει την αποτελεσματικότητα και την επάρκεια του συστήματος και στις δύο περιπτώσεις.
  • Τεκμήριο
    Abstractions for software testing
    (03-10-2022) Σωτηρόπουλος, Θοδωρής; Sotiropoulos, Thodoris; Athens University of Economics and Business, Department of Management Science and Technology; Louridas, Panagiotis; Mitropoulos, Dimitrios; Chatziantoniou, Damianos; Voulgaris, Spyridon; Smaragdakis, Ioannis; Chatzigeorgiou, Alexandros; Spinellis, Diomidis
    Οι προγραμματιστές στην βιομηχανία του λογισμικού ξοδεύουν σημαντικό μέρος του χρόνου τους στην δοκιμή του λογισμικού τους και στην διόρθωση σφαλμάτων λογισμικού. Για να γίνει αυτό πιο αποτελεσματικά, υιοθετούν αυτοματοποιημένα εργαλεία εύρεσης σφαλμάτων στη διαδικασία ανάπτυξής του λογισμικού τους. Τέτοια εργαλεία εύρεσης σφαλμάτων βασίζονται στην ανάλυση του κώδικα ή τεχνικές ελέγχου λογισμικού και ο στόχος τους είναι ο εντοπισμός σφαλμάτων λογισμικού, που διαφορετικά θα ήταν δύσκολο να αποκαλυφθούν μέσω χειροκίνητων δοκιμών.Μία τρέχουσα πρόκληση στον αυτόματο έλεγχο λογισμικού είναι η ανίχνευση βαθιά κρυμμένων ελαττωμάτων σε λογισμικό που παρουσιάζει περίπλοκη λειτουργικότητα. Τέτοιου είδους σφάλματα είναι πολύ εύκολο να παραμείνουν απαρατήρητα, δεδομένου ότι το λογισμικό δεν εμφανίζει προειδοποιήσεις ή άλλες αστοχίες κατά την εκτέλεσή του. Επίσης, ένα άλλο σημαντικό μειονέκτημα των υπαρχόντων εργαλείων για ανίχνευσης σφαλμάτων λογισμικού είναι η περιορισμένη εφαρμοσιμότητά τους. Πράγματι, πολλά από αυτά τα εργαλεία είναι προσαρμοσμένα για συγκεκριμένο είδος λογισμικού.Η διατριβή ερευνά την βελτίωση της αποτελεσματικότητας του αυτόματου ελέγχου λογισμικού εισάγοντας τεχνικές αφαίρεσης στην διεργασία του ελέγχου. Ο σκοπός αυτών των τεχνικών αφαίρεσης είναι η δημιουργία μια κοινής πλατφόρμας για τον εντοπισμό σφαλμάτων σε συστήματα και προγράμματα λογισμικού που παρουσιάζουν ανομοιογενείς λειτουργικότητες, διεπαφές ή σημασιολογίες. Η παρούσα διατριβή εισάγει δύο τεχνικές αφαίρεσης και μέσω αυτών, λύνει τρία σημαντικά προβλήματα: την αυτόματη ανίχνευση (1) σφαλμάτων τύπων σε μεταγλωττιστές, (2) σφαλμάτων σε λογισμικό οδηγούμενο από τα δεδομένα, και (3) σφαλμάτων εξαρτήσεων στους πόρους του συστήματος αρχείων.Η εργασία που παρουσιάστηκε σε αυτή τη διατριβή βελτίωσε ουσιαστικά την αξιοπιστία του καθιερωμένου λογισμικού που χρησιμοποιείται από εκατομμύρια χρήστες και εφαρμογές. Συνολικά, οι τεχνικές και τα εργαλεία εύρεσης σφαλμάτων μας οδήγησαν στην αποκάλυψη και τη διόρθωση περισσότερων από 400 σφαλμάτων που βρέθηκαν σε δημοφιλή συστήματα λογισμικού.Αυτή η διατριβή παρουσιάζει πρακτικό αντίκτυπο στη βιομηχανία λογισμικού και ανοίγει νέες ερευνητικές ευκαιρίες που σχετίζονται με την εφαρμογή εννοιών γλώσσων προγραμματισμού στον έλεγχο του λογισμικού.
  • Τεκμήριο
    Three essays on social and economic networks
    (2021) Γεωργούλα, Ιφιγένεια; Georgoula, Ifigeneia; Athens University of Economics and Business, Department of Management Science and Technology; Mourtos, Yiannis; Sotiropoulos, Dionysios; Giaglis, George. M.; Kritikos, Emmanouil; Zachariadis, Emmanouil; Antoniou, Fabio; Λεκάκος Γεώργιος
    Η διατριβή αυτή αποτελεί μια διεπιστημονική μελέτη που βασίστηκε στη θεωρία κοινωνικών δικτύων (χρησιμοποιώντας ένα μοντέλο διαμόρφωσης πεποιθήσεων) και στη μικροοικονομική θεωρία (διαμορφώνοντας παίγνια Nash ισορροποίας). Αποτελείται απο τρία πρωτότυπα άρθρα τα οποία ερευνούν τις βέλτιστες στρατηγικές επιρροής που θα πρέπει οι επιχειρήσεις να ακολουθούν σε διαφορετικές μορφές κοινωνικών δικτύων και διαφορετικές μορφές αγορών σε μια αγορα προϊόντος. Βασικό χαρακτηριστικό του προτεινόμενου υποδείγματος μοντελοποίησης είναι η ενσωμάτωση της έννοιας της κοινωνικής επιρροής των μελών του κοινωνικού δικτύου στη διαδικασία διαμόρφωσης πεποιθήσεων σχετικά με τη ποιότητα ενός προιόντος. Η ανάλυση χρησιμοποιεί το μειωμένης ορθολογικότητας μοντέλο διαμόρφωσης πεποιθήσεων του DeGroot για το σχηματισμό άποψης για τη ποιότητα ενός προιόντος.
  • Τεκμήριο
    An investigation of the behavioural antecedents of supply chain relationships and their impact on supply chain integration and performance
    Tsanos, Christos; Τσάνος, Χρήστος; Athens University of Economics and Business, Department of Management Science and Technology; Manthou-Fragkopoulou, Vasiliki; Soderquist, Klas Eric; Zografos, Constantinos
    Collaboration among supply chain partners is considered to lead to improved levels of integration and performance across the supply chain. Integration appears to be motivated by appropriate organizational and operational conditions in order to demonstrate a positive effect onperformance. Extant research has focused more on examining why establishing collaboration between supply chain partners leads to integration and performance benefits and what these benefits are, but not on precedent factors affecting the development of collaborative relationships.The behavioural antecedents of supply chain relationships constitute an intuitively appealing set of conditions for collaborative relationship management between supply chain partners that has not been examined extensively in practice. Behavioural antecedents can function as building blocks which help to bind partners together in such relationships and may contribute to achieving higher integration and performance. Yet, research on the effects of such behavioural factors of interorganizational relationships on supply chain integration and performance is limited. At the sametime, academic literature in the fields of organizational behaviour and organizational psychology identifies behavioural factors in inter-firm and employee-firm relationships that could be investigated in the context of supply chain interorganizational relationships. Therefore, the investigation of the effects of supply chain relationship antecedents on integration and performance constitutes a value- adding research contribution.This thesis investigates the effects of behavioural antecedents of collaboration in supply chain relationships on integration and performance by developing and empirically validating a model linking these three constructs
  • Τεκμήριο
    An investigation into innovation praxis: scaffoldings that support innovation generation in organisations
    (07/13/2022) Makris, Dimitrios; Μακρής, Δημήτριος; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Διοικητικής Επιστήμης και Τεχνολογίας; Σπανός, Ιωάννης; Μανωλόπουλος, Δημήτριος; Πουλούδη, Αθανασία; Βουδούρη, Ειρήνη; Παπαλεξανδρής, Αλέξανδρος; Δεληγιάννη, Ιωάννα; Soderquist, Eric-Klas
    Η διδακτορική αυτή έρευνα εστιάζει στην ενδυνάμωση της διαδικασίας παραγωγής καινοτομίας. Η καινοτομία ως αποτέλεσμα θεωρείται ζητούμενο στους οργανισμούς. Η καινοτομία ως διαδικασία, όμως, παραμένει σχετικά ασαφής. Η κεντρική συνεισφορά της παρούσας έρευνας είναι η παροχή πρωτότυπων θεωρητικών θεωρήσεων και εννοιών ώστε να προωθηθεί η διαδικασία παραγωγής καινοτομίας. Προτείνεται ένα πλήθος από νέες θεωρητικές έννοιες. Επιπλέον, περιγράφεται μία σημαντική μετατόπιση στην θεώρηση της διαδικασίας παραγωγής καινοτομίας μέσω της έννοιας του ικριώματος. Αποτέλεσμα μίας τέτοιας θεώρησης είναι η ευθυγράμμιση των ικριωμάτων με την στρατηγική, η δυναμική αναπροσαρμογή τους, και η εσωτερική συνέπεια και αρμονία του συστήματος των ικριωμάτων.Το κύριο θεωρητικό υπόβαθρο ήταν η προσέγγιση του ικριώματος (scaffolding), παροδικών βοηθητικών δομών. Οι τρεις βιβλιογραφικές κατευθύνεις που αξιοποιήθηκαν ήταν των μοντέλων διαδικασιών (process models) με κεντρική αναφορά το innovation journey, της έννοιας της πράξης με κεντρική αναφορά το bricolage, και της συσσώρευσης-ανάδυσης με κεντρική αναφορά τα microfoundations.Υιοθετήθηκε μεθοδολογία ποιοτικής έρευνας ως η καταλληλότερη λόγω της απαιτούμενης διερευνητικής εμβάθυνσης σε περίπλοκες έννοιες . Η κύρια πηγή δεδομένων ήταν συνεντεύξεις με επαγγελματίες της καινοτομίας, στελέχη, CEOs, ιδρυτές, και ειδικούς. Ακολούθησε ανάλυση δεδομένων με ανοικτή κωδικοποίηση και κωδικοποίηση κατά άξονα, προϊόν των οποίων ήταν οι σχετικές κατηγορίες και οι ευρύτερες θεωρητικές έννοιες (aggregates), σύμφωνα με την εδραιωμένη μεθοδολογία ποιοτικής έρευνας.Το κεντρικό αποτέλεσμα της έρευνας είναι μία σειρά πρωτότυπων εννοιών που οδηγούν στην ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου εννοιολογικού μοντέλου για την δημιουργία καινοτομίας στα πλαίσια ενός οργανισμού. Το μοντέλο αναδεικνύει πρωτότυπα διατυπωμένους παράγοντες που μπορούν να ιδωθούν ως ικριώματα και να επηρεάσουν καθοριστικά την δημιουργία της καινοτομίας.Το μοντέλο αποτελεί ένα εννοιολογικό εργαλείο που γεφυρώνει διακριτά θεωρητικές περιοχές στην μελέτη της καινοτομίας. Επιπλέον, προτείνει μία πρωτότυπη θεωρητική οπτική, μέσω της μέτα-ευφυΐας, που συνίσταται στην ικανότητα ενεργητικής επιλογής των ικριωμάτων.
  • Τεκμήριο
    Interaction between the organizational context and ICT interventions: evidence from a public organization in Greece
    (2020) Chaniotaki, Eleni; Χανιωτάκη, Ελένη; Athens University of Economics and Business, Department of Management Science and Technology; Pouloudi, Nancy; Doukidis, George I.; Soderquist, Eric-Klas; Loukis, Euripides; Poulymenakou, Angeliki; Zamani, Efpraxia; Lekakos, Georgios
    This exploratory and interpretive research examines the impact of Information and Communication Technologies (ICT) interventions in Public Administration through the lens of a Document Management System (DMS) implementation project in a Greek Ministry. A single case study design was the basis of the data collection process. Data were collected during a total of six years of fieldwork including participant observation, in-depth interviews and extracts of system logfile data. Grounded theory was used both for data analysis and theory building. Having as a starting point the culture and power organizational metaphors, the context-related findings of this research resulted in the construction of a theoretical framework, supplementing the existing literature on organizational culture and power with respect to ICT interventions and IT-enabled change. This framework shows how culture and power are at play in a context of high ambiguity, namely a context with a high degree of uncertainty, contradictions and confusion, shedding light to the specific contextual conditions related to authority, legitimacy, influence and respect, as well as the resulting singularities in how management and leadership are exercised. The findings of this research suggest that, within an organizational context of ambiguity, management may have limited capability to shape the organizational culture, which is desirable prior to an ICT intervention. In such environments, the interplay between the organizational conditions and culture, further enforces cultural rigidity, rendering the organization incapable to cope with a social context where digital transformation has a central role. Policy makers are advised to give themselves space and time to understand and appreciate the culture in the organization where they plan to make an intervention and place human actors at the center of any IT-related change attempt.
  • Τεκμήριο
    International expansion of small and medium‐sized enterprises: a strategic decision‐making approach
    (2022) Sofikitis, Emmanouil; Σοφικίτης, Εμμανουήλ; Athens University of Economics and Business, Department of Management Science and Technology; Spanos, Yannis; Deligianni, Ioanna; Soderquist, Klas Eric; Manolopoulos, Dimitrios; Papagiannakis, Georgios; Papalexandris, Alexandros; Voudouris, Irini
    Considered as one of the most profound business phenomena, the International Expansion of the firms has received uninterrupted attention by academics and managers over the last decades. This is attributed to more and more enterprises competing beyond the domestic market with the aim to enhance firm competitiveness and performance outcomes. Researchers have indicated that the cross-border expansion has significant long-term implications and thus, they have exploited several theoretical perspectives to explain it, initiating from the early neoclassical economics to the extensively applied Transactions Costs economics (or the relative Internalization theory) and the Uppsala model. However, the critical body of research still approaches organizations as “black boxes”, applying a sterile economic perspective that does not consider the realism of behavior on the investigation of the phenomenon. Further, it has devotedly focused on the examination of the large Multinational Enterprises despite the resounding emergence of the Small and Medium-Sized Enterprises (SMEs) in the international markets.This research introduces the behavioral elements of the firms into the study of the phenomenon. It draws on the approach of the 'Behavioral Theory of the Firm' to investigate the influence of the Strategic Decision-Making Processes on the International Performance of the SMEs directly and through the strategic Modes of International Entry.To conduct the research, a quantitative survey was carried out on a sample of Greek SMEs. The collected data was analyzed on the basis of structural equation modeling (path analysis). Through the research, empirical results are provided that confirm the mediation relationship between the examined variables. Further, a post-hoc analysis was conducted as an extension of the original theoretical model.
  • Τεκμήριο
    Optimization methods for combined problems in transportation and logistics management
    (10/15/2021) Manousakis, Eleftherios G.; Μανουσάκης, Ελευθέριος; Athens University of Economics and Business, Department of Management Science and Technology; Pramatari, Aikaterini; Repoussis, Panagiotis; Ioannou, George; Kiranoudis, Chris; Mourtos, Yiannis; Androutsopoulos, Konstantinos; Zachariadis, Emmanouil
    In this PhD thesis, a collection of complex operations research problems with application in transportation and supply chain management is examined and solved. The main characteristic of the studied models is that they integrate the traditional vehicle routing decisions with other procedures such as production decisions, inventory control and distribution decisions. In other words, these models integrate the day-to-day operational decisions with tactical decisions creating ample space for high-quality performance and cost savings. They arise in practical applications of transportation and logistics, and therefore, are of great importance for both practitioners and researchers. This thesis presents a variety of high performing methodological approaches (exact, metaheuristic, matheuristic) and also extends existing models to create more applied and realistic variants that better express common business requirements. Namely, the Inventory Routing Problem and the Production Routing problem are studied. A spectrum of powerful and efficient optimization methods is developed and proposed ranging from a Branch-and-Cut algorithm and Tabu Search to a hybrid matheuristic algorithm that incorporates mathematical programming components into a local search framework. Moreover, from a modelling aspect efficient two-commodity formulations are developed, whereas a new problem variant is introduced in pursue of reducing the gap between theoretical knowledge and practice.
  • Τεκμήριο
    An investigation of the factors affecting the survival and growth of innovative technology entrepreneurship
    (2021) Eliakis, Stelios; Ηλιάκης, Στυλιανός; Athens University of Economics and Business, Department of Management Science and Technology; Doukidis, George I.; Poulymenakou, Angeliki; Apostolopoulos, Theodoros; Krasonikolakis, Ioannis; Fouskas, Konstantinos; Soderquist, Klas Eric; Pramatari, Aikaterini
    Innovative technology entrepreneurship is recognized internationally as an important pillar in the modern economic activity. This Thesis investigates the factors that affect the survival and growth of new innovative technology enterprises by employing mixed methods. Results from an in-depth longitudinal qualitative case study that examines a mature and constantly growing (in its 10th year of operation) technologically innovative enterprise reveal that the profile of the entrepreneurial team, as well as that of the employees significantly affect a company’s survival and growth in this context. These findings are further corroborated and enriched through a survey with N=27 participating entrepreneurs from N=18 innovative technology startup companies that have been selected out of a population of 900. Specific prescription is provided according to our findings that can be used to guide future theoretical as well as practical endeavors in innovative technology entrepreneurship. Overall, the theoretical contribution of this research to existing theory in entrepreneurship is through the proposition of a set of factors that would explain the viability and growth of innovative technology entrepreneurship. Moreover, our findings can be applied in practice, as entrepreneurs in this area of activity may benefit by following the proposed choices, thus increasing their company’s capabilities for survival and growth. As a result, this article may be of use to all those management scholars and practitioners who, interested in organizational evolution, want to enhance their comprehension about what key factors can improve the survival chances and subsequent growth of firms facing the initial stage of their life cycle.
  • Τεκμήριο
    Energy and run-time performance practices in software engineering
    (2021) Georgiou, Stefanos; Γεωργίου, Στέφανος; Athens University of Economics and Business, Department of Management Science and Technology; Louridas, Panagiotis; Sakellariou, Rizos; Chatziantoniou, Damianos; Papaspirou, Nikolaos; Voulgaris, Spyridon; Zou, Ying; Spinellis, Diomidis
    Energy efficiency for computer systems is an ever-growing matter that has caught the attention of the software engineering community. Although hardware design and utilization are undoubtedly key factors affecting energy consumption, there is solid evidence that software design can also significantly alter the energy consumption of IT products. Therefore, the goal of this dissertation is to show the impact of software design decisions on the energy consumption of a computer system.Initially, we analyzed 92 research papers from top-tier conferences and categorized them under the Software Development Life Cycle taxonomy. From this study, we were able to find many research challenges. Among these challenges, we identified that there is limited work in the context of different programming languages’ energy and delay implications.To this end, we performed an empirical study and pointed out which programming languages can introduce better energy and run-time performance for specific programming tasks and computer platforms (i.e., server, laptop, and embedded system). Motivated further by our survey results, we performed an additional study on different programming languages and computer platforms to demonstrate the energy and delay implications of various inter-process communication technologies (i.e, REST, RPC, gRPC).From the above studies, we were able to introduce guidelines on reducing the energy consumption of different applications by suggesting which programming languages to utilise in specific cases. Finally, we performed experiments to examine the energy and run-time performance taxing that security measures have over 128 distinct benchmark suites. By investigating the impact of CPU-related vulnerabilities (Meltdown, Spectre, and MDS), communication-related security measures (HTTP/HTTPS), memory protection (memory zeroing), and compiler safeguards (GCC), we have found that these measures can impact the energy and run-time performance of real-work applications (Nginx, Apache, Redis) by up to 20%.
  • Τεκμήριο
    Transfer of learning in digital environments: establishing the role of instructional design in the context of continuing professional education and development
    (28-07-2020) Ταλάντη, Ιωάννα; Talanti, Ioanna; Athens University of Economics and Business, Department of Management Science and Technology; Δουκίδης, Γεώργιος; Παρασκευά, Φωτεινή; Αποστολόπουλος, Θεόδωρος; Soderquist, Klas Eric; Λεκάκος, Γεώργιος; Γαλανάκη, Ελεάννα; Πουλυμενάκου, Αγγελική
    Η εκπαίδευση και η μάθηση είναι σε ραγδαία αυξανόμενο ρυθμό ενσωματωμένη σε ψηφιακά περιβάλλοντα. Στην περίπτωση της επαγγελματικής μάθησης, η επικαιροποίηση υφιστάμενων και η απόκτηση νέων επαγγελματικών δεξιοτήτων εξελίσσεται σε όλο τον εργασιακό βίο και είναι απαραίτητη για την διατήρηση της δυνατότητας πρόσβασης στην εργασία. Σε μεγάλο βαθμό πλέον αυτή η αναγκαιότητα καλύπτεται όχι μόνο μέσω της ενδο-οργανωσιακής εκπαίδευσης και κατάρτισης, αλλά με την συμμετοχή των ατόμων στην δια βίου μάθηση. Η αποτελεσματικότητα των εκπαιδευτικών παρεμβάσεων σε αυτό το πλαίσιο κρίνεται. Η διατριβή αυτή διερευνά την αποτελεσματικότητα της ψηφιακής μάθησης με βάση τη δυνατότητα μεταφοράς της μάθησης στην εργασία και το επάγγελμα, από την οπτική γωνία των μεμονωμένων ατόμων που συμμετέχουν σε εκπαιδευτικά προγράμματα με στόχο την επαγγελματική τους ανάπτυξη. Η διατριβή επικαιροποιεί τα παραδοσιακά θεωρητικά πλαίσια μεταφοράς της μάθησης με παράγοντες που επηρεάζουν τη μεταφορά της μάθησης στο ψηφιακό περιβάλλον. Εξετάζονται σειρά θεμάτων ψηφιακού εκπαιδευτικού σχεδιασμού, η ικανοποίηση των εκπαιδευόμενων, και η μαθησιακή τους επίδοση στην πρόθεση μεταφοράς της ψηφιακής μάθησης (intention to digital learning transfer) στην εργασία και το επάγγελμα. Ειδικότερα, μετρήθηκαν 8 διαστάσεις ψηφιακού εκπαιδευτικού σχεδιασμού, δηλαδή ποιότητας της μαθησιακής εμπειρίας και αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης: μαθησιακό πλαίσιο, μαθησιακοί στόχοι σε όρους γνώσεων και δεξιοτήτων, αξιολόγηση μάθησης, ψηφιακοί εκπαιδευτικοί πόροι, αλληλεπιδραστικές δραστηριότητες του εκπαιδευομένου στο ψηφιακό εκπαιδευτικό περιβάλλον και με τους εκπαιδευτές του προγράμματος, την ποιότητα των υπηρεσιών των τεχνολογικών υποδομών παροχής της εκπαίδευσης, και την επιτελική υποστήριξη του εκπαιδευόμενου σε θέματα μαθησιακής προόδου. Σε όρους αποτελεσμάτων μετρήθηκαν (α) η ικανοποίηση του εκπαιδευόμενου από το πρόγραμμα (δηλαδή των διαστάσεων ποιότητας της μαθησιακής εμπειρίας), (β) η μαθησιακή του επίδοση με την ολοκλήρωση του προγράμματος και (γ) της πρόθεσης του εκπαιδευομένου και της ενδυνάμωσης (enablement) του για μεταφορά της εκπαίδευσης στην εργασία και στο επάγγελμα. Παρατηρήθηκαν τόσο συγκλίσεις όσο και σημαντικές διαφοροποιήσεις από τα ισχύοντα στο παραδοσιακό περιβάλλον της επαγγελματικής εκπαίδευσης. Τα αποτελέσματα της διατριβής δείχνουν ότι η ικανοποίηση των εκπαιδευόμενων από την μαθησιακή εμπειρία επηρεάζεται σημαντικά μόνο από την ποιότητα των ψηφιακών εκπαιδευτικών πόρων στο ψηφιακό εκπαιδευτικό περιβάλλον - όπως άλλωστε και στη δια ζώσης εκπαίδευση και κατάρτιση. Αντιθέτως με το ότι ισχύει στο δια ζώσης περιβάλλον - η πρόθεση για μεταφορά δεν επηρεάζεται από το επίπεδο της μαθησιακής επίδοσης (learning achievement) όπως αποτυπώνεται στη βαθμολογία των εκπαιδευομένων στα πλαίσια της αξιολόγησης των γνώσεων που αποκτήθηκαν στην εκπαίδευση.Η εμπειρική έρευνα της διατριβής αποτελεί ένα field study στον χώρο της επαγγελματικής ψηφιακής δια βίου μάθησης σε βάθος τεσσάρων ετών. Εξετάστηκαν 28 προγράμματα ψηφιακής επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης. Κατά τη διάρκεια της διατριβής πραγματοποιήθηκαν τρεις εμπειρικές έρευνες (δύο προκαταρκτικές και μία βασική). Τα ερωτηματολόγια είναι η κύρια τεχνική συλλογής δεδομένων για τις τρεις εμπειρικές έρευνες. Οι μετρικές που χρησιμοποιούνται στα ερωτηματολόγια επιλέχθηκαν από υφιστάμενα θεωρητικά πλαίσια στο παραδοσιακό και στο ψηφιακό περιβάλλον και τροποποιήθηκαν κατάλληλα ώστε να ταιριάζουν με τους ερευνητικούς στόχους αυτής της μελέτης. Τα αποτελέσματα συμβάλλουν σε μια καινοτόμο εννοιολογικοποίηση (conceptualization) της μεταφορά της μάθησης στο ψηφιακό περιβάλλον. Επεκτείνει την υπάρχουσα έρευνα για τη μεταφορά της μάθησης στο χώρο εργασίας εστιάζοντας σε παράγοντες που σχετίζονται με την ψηφιακή μάθηση. Η διατριβή, στους κλασικούς και εδραιωμένους όρους που ορίζουν την μεταφορά ως δυνατότητα γενίκευσης και δυνατότητα διατήρησης/συντήρησης της γνώσης που αποκτήθηκε, αναδεικνύει την αξία της πρόθεσης για μεταφορά (intention to transfer) στην οικοδόμησης της δυνατότητας (enablement) για μεταφορά στο ψηφιακό εκπαιδευτικό περιβάλλον, δηλαδή αναδεικνύει την πρόθεση για μεταφορά σε ένα αυτοδύναμο μαθησιακό αποτέλεσμα το οποίο χρειάζεται να αξιολογηθεί.Σε επίπεδο εφαρμογής, παράγει σχεδιαστικές αρχές και οδηγίες εφαρμογής που ενσωματώνουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ψηφιακής μάθησης και μπορούν να λειτουργήσουν ως πλαίσιο διοίκησης της αποτελεσματικότητας της ψηφιακής δια βίου μάθησης στον τομέα της επαγγελματικής ανάπτυξης. Συγκεκριμένα οι προτάσεις σχεδιασμού αναφέρονται σε μια σειρά θεμάτων που σχετίζονται με την ισορροπία μεταξύ σχεδιασμού, παιδαγωγικής, τεχνολογία και εκπαιδευτή και εισάγουν τα πρόσθετα χαρακτηριστικά του ψηφιακού εκπαιδευτή (γνώση πρακτικών ψηφιακού εκπαιδευτικού σχεδιασμού, σχεδιαστικές προσεγγίσεις εκπαιδευτικής ενσωμάτωσης της ψηφιακής τεχνολογίας) ενώ επιβεβαιώνει την σημασία και επιδραστικότητα των ικανοτήτων του εκπαιδευτή για την παρακίνηση των εκπαιδευομένων προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα θέματα της λεκτικής και εξωλεκτικής ψυχολογικής αποστασιοποίησης (psychological distance) προτείνοντας πρακτικές για την ενίσχυση της ψηφιακής παρουσίας (teaching presence). Οι νέοι παράγοντες επιρροής που αναδεικνύονται αφορούν τον σχεδιασμό παροχής της ψηφιακής εκπαίδευσης (digital learning service design) δηλαδή παράγοντες που αφορούν στο περιβάλλον παροχής της εκπαίδευσης.
  • Τεκμήριο
    Pricing policies in make-to-order systems with delay-averse strategic customers
    (09-07-2020) Μπενιουδάκης, Μύρων; Benioudakis, Myron; Athens University of Economics and Business, Department of Management Science and Technology; Μπουρνέτας, Απόστολος; Κρητικός, Εμμανουήλ; Μούρτος, Ιωάννης; Ανδρουτσόπουλος, Κωνσταντινος; Ζαχαριάδης, Εμμανουήλ; Ζήσης, Δημήτριος; Ιωάννου, Γεώργιος
    Στη παρούσα διατριβή υποθέτουμε μαθηματικά μοντέλα για την τιμολόγηση, των ανακοινώσεων χρόνων παράδοσης και τις αποζημιώσεις καθυστέρησης σε συστήματα παραγωγής και εξυπηρέτησης με στρατηγικούς πελάτες που παρουσιάζουν αποστροφή στον κίνδυνο. Μεθοδολογικά, βρίσκεται στη διεπαφή μεταξύ της θεωρίας παιγνίων και της θεωρίας ουρών αναμονής. Το πλαίσιο εφαρμογής είναι ένα σύστημα παραγωγής (Make-To-Order) όπου οι πελάτες φτάνουν σύμφωνα με μια διαδικασία Poisson και οι χρόνοι παραγωγής/εξυπηρέτησης είναι i.i.d. εκθετικές τυχαίες μεταβλητές. Αυτό δημιουργεί ένα μοντέλο ουράς Μ/Μ/1. Οι πελάτες τοποθετούν μια αξία για την εξυπηρέτηση που λαμβάνουν και επιβαρύνονται με ένα κόστος ανά μονάδα χρόνου καθυστέρησης. Στο πρώτο κομμάτι αυτής της διατριβής, υποθέτουμε πως οι πελάτες γνωρίζουν το μέγεθος της ουράς πριν από την απόφασή τους. Εξετάζουμε τα προβλήματα μεγιστοποίησης κέρδους του παρόχου και ενός κεντρικού ελεγκτή και εξετάζουμε δύο περιπτώσεις σχετικά με την κλάση των χρόνων παράδοσης, δηλαδή δυναμικές και μεμονωμένες, όπου προσδιορίζουμε τα βέλτιστες πολιτικές κατωφλίου εισόδου. Παρατηρούμε πως τα επιζήμια αποτελέσματα της αποστροφής στον κίνδυνο μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικότερα από τον πάροχο σε σχέση με τον κεντρικό ελεγκτή. Επιπλέον η μεμονωμένη ανακοίνωση χρόνου παράδοσης οδηγεί γενικά σε μικρή απώλεια κέρδους σε σχέση με την δυναμική προσέγγιση.Στο δεύτερο μέρος, οι πελάτες δεν μπορούν να παρατηρήσουν την ακριβή κατάσταση του συστήματος κατά την άφιξη. Αναλύουμε την επίδραση της αποστροφής κινδύνου από τους πελάτες και την πολιτική αποζημίωσης στις στρατηγικές ισορροπίας και στον προκύπτοντα ρυθμο ζήτησης, και εκτιμούμε την ευελιξία του παρόχου σε ένα εύρος πιθανών ρυθμών ζήτησης υπό διάφορους περιορισμούς στην πολιτική τιμολόγησης/αποζημίωσης. Μια βασική εικόνα που προκύπτει από την ανάλυση είναι ότι το βασικό όφελος του χρόνου παράδοσης και της επιλογής αποζημίωσης είναι να επιτρέπεται να παραμένει υψηλή η τιμή εισόδου και πως ο πάροχος προτιμά στρατηγικές που οδηγούν σε αυτήν την κατεύθυνση.
  • Τεκμήριο
    Absorptive capacity and alliance management in multillateral publicly funded R&D partnerships: antecedents and effects on firm
    (22-06-2020) Πατεράκη, Μαρία; Pateraki, Maria; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Διοικητικής Επιστήμης και Τεχνολογίας; Soderquist, Klas Eric; Βουδούρη, Ειρήνη; Δουκίδης, Γεώργιος; Σαλαβού, Ελένη; Γαλανάκη, Ελεάννα; Κωστόπουλος, Κωνσταντίνος; Σπανός, Ιωάννης
    Οι ερευνητικές συμπράξεις αδιαμφισβήτητα αποτελούν ένα αποτελεσματικό μέσο για την τόνωση της καινοτομίας. Στην παρούσα διδακτορική διατριβή, στόχος μας είναι να εμβαθύνουμε τη γνώση και κατανόησή μας αναφορικά με τις διαδικασίες διαχείρισης και μάθησης (απορροφητική ικανότητα) σε πολυπληθή δημόσια χρηματοδοτούμενες ερευνητικές συνεργασίες και στην επίπτωση που έχουν στην καινοτομικότητα της συμμετέχουσας επιχείρησης. Για να επιτευχθεί ο ερευνητικός μας στόχος στηριχθήκαμε σε εκτενή βιβλιογραφική επισκόπηση, βάσει της οποίας διατυπώσαμε θεωρητικά ότι η διαχείριση αλλά και η απορροφητική ικανότητα σε επίπεδο ομάδας είναι πολυδιάστατες μεταβλητές που κάθε μια από αυτές αποτελείται από τρείς διαφορετικές αλλά συγγενείς διαστάσεις. Συγκεκριμένα, η διαχείριση της ερευνητικής συνεργασίας αποτελείται από το συντονισμό, την επικοινωνία και την παρακολούθηση ενώ η απορροφητική ικανότητα αποτελείται από τις διαστάσεις της διερευνητικής, μετασχηματιστικής και εκμεταλλευτικής μάθησης αντίστοιχα. Στη συνέχεια επαληθεύουμε την προτεινόμενη θεωρητική προσέγγιση και έπειτα προτείνουμε ένα εννοιολογικό μοντέλο που συνδέει τη διαχείριση και την απορροφητική ικανότητα της πολυπληθούς ερευνητικής συνεργασίας με θεμελιώδεις αιτιώδεις μεταβλητές, όπως η συμπληρωματικότητα των διαθέσιμων πόρων και η εμπιστοσύνη μεταξύ των μελών της ομάδας αλλά και τα σχετικά οφέλη σε επίπεδο καινοτομικότητας (ερευνητικά και τεχνολογικά αποτελέσματα) για τον οργανισμό που συμμετέχει στην ερευνητική συνεργασία. Προκειμένου να επιβεβαιώσουμε εμπειρικά το θεωρητικό μας μοντέλο, χρησιμοποιήσαμε ένα μεγάλο δείγμα δημόσια χρηματοδοτούμενων ερευνητικών συμμαχιών που δημιουργήθηκαν στο πλαίσιο των Ευρωπαϊκών προγραμμάτων στήριξης για την καινοτομία στην Ευρωπαϊκή Ένωση (European Union Framework Programs 5 & 6). Τα αποτελέσματα της ανάλυσής μας επιβεβαιώνουν το προτεινόμενο θεωρητικό μοντέλο αναφορικά με την επίδραση της διαχείρισης και της απορροφητικής ικανότητας στην καινοτομικότητα της συμμετέχουσας εταιρείας. Παράλληλα επιβεβαιώνεται ο εννοιολογικός σχεδιασμός της διαχείρισης και της απορροφητικής ικανότητας ερευνητικών συμμαχιών ως πολυδιάστατες κατασκευές συνεισφέροντας με αυτό τον τρόπο στην εμβάθυνση της γνώσης μας γύρω από διαχείριση και την μάθηση σε επίπεδο ομάδας.
  • Τεκμήριο
    Forecasting and control in closed loop supply chains
    (02-2020) Γκόλτσος, Αθανάσιος; Goltsos, Athanasios; Athens University of Economics and Business, Department of Management Science and Technology; Συντέτος, Αργύριος; Λαγοδήμος, Αθανάσιος; Κρητικός, Εμμανουήλ; Ανδρουτσόπουλος, Κωνσταντίνος; Ζαχαριάδης, Εμμανουήλ; Ψυχογυιός, Δημήτριος; Ιωάννου, Γεώργιος
    Σήμερα, οι κατασκευαστές αντιδρούν σε έναν συνδυασμό οικονομικών, νομοθετικών και πιέσεων εταιρικής κοινωνικής ευθύνης και αναλαμβάνουν ολοένα και περισσότερο την ευθύνη για τα προϊόντα τους, όταν αυτά φθάσουν στο τέλος της ζωής τους. Με αυτόν τον τρόπο, βλέπουν τις λειτουργίες τους να μετακινούνται από τα παραδοσιακά γραμμικά μοντέλα "make-use-dispose" σε κυκλικά οικονομικά μοντέλα "make-use-reuse". Η ανακατασκευή (“remanufacturing”) είναι ένα τέτοιο μοντέλο και είναι ο πιο αποδοτικός και βιώσιμος τρόπος απόκτησης ενός ‘σαν καινούριο’ προϊόντος. Στην ιεραρχία ανάκτησης προϊόντων, η ανακατασκευή τοποθετείται κοντά στην κορυφή, καθώς ενθαρρύνει την επαναχρησιμοποίηση με ελάχιστη πρόσθετη εισροή πρώτων υλών, διαδραματίζοντας έτσι σημαντικό ρόλο στην κυκλική οικονομία. Αναφέρεται στον μετασχηματισμό χρησιμοποιημένων προϊόντων (πυρήνων, “cores”) σε προϊόντα που πληρούν προδιαγραφές και πρότυπα που είναι τουλάχιστον παρόμοια, αν όχι ταυτόσημα, με εκείνα νέων προιόντων. Ενώ πολλές λειτουργίες είναι ανάλογες με εκείνες των παραδοσιακών κατασκευαστών, οι ανακατασκευαστές πρέπει να ασχοληθούν με τις πρόσθετες αβεβαιότητες που απορρέουν από την διαδικασία της ανάκτησης και μετασχηματισμού των πυρώνων (Goltsos et al., 2018).Έτσι η σκέψη μετακινείται από το τι πρέπει να κάνει στο τέλος της ζωής στο τι πρέπει να κάνει στο τέλος κάθε υπηρεσίας, καθώς οι πυρήνες γίνονται εισροές στη διαδικασία (επανα)κατασκευής. Αυτός ο κατά τα άλλα ευεργετικός επειχιρισιακός μετασχηματισμός έρχεται με αυξημένες αβεβαιότητες που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Η διαδικασία τροφοδοσίας, η οποία περιγράφει τις εισροές πρώτων υλών στην παραγωγή, καθίσταται δυσκολότερη ως προς τη μοντελοποίηση και τον έλεγχο, καθώς επεκτείνεται για να συμπεριλάβει επιστροφές προϊόντων. Εμπλουτίζοντας τις συνεχώς υπάρχουσες αβεβαιότητες της ζήτησης, οι ανακατασκευαστές αντιμετωπίζουν αυτό που περιγράφουμε ως αβεβαιότητα "διπλής πηγής": άγνωστη ζήτηση, άγνωστες επιστροφές, ergo άγνωστη «καθαρή ζήτηση» (ζήτηση μείον επιστροφές). Προσεκτική ανασκόπηση της βιβλιογραφίας αποκαλύπτει τρεις «πυλώνες ανακατασκευής», viz. την πρόβλεψη, τις στρατηγικές συλλογής και τον έλεγχο αποθεμάτων, καλούνται να διαχειριστούν τις πρόσθετες αβεβαιότητες που προκύπτουν από το «κλείσιμο του κύκλου» (από σειριακές σε κυκλικές εφοδιαστικές αλυσίδες. Η παρούσα έρευνα επικεντρόνεται στις τεχνικές πρόβλεψης επιστροφών, εξετάζοντας επίσης την απόδοσής τους ως αναφροά τη διαχείρηση αποθεμάτων.Στις διαδικασίες της αλυσίδας εφοδιασμού, η διαχείρηση αποθεμάτων αφορά την υποστήριξη επιχειρησιακών αποφάσεων σχετικά με την προμήθεια και την αποθήκευση πολλαπλών μονάδων τήρησης αποθεμάτων (stock keeping units, SKU), καθώς και τα μέρη και υλικά που χρησημοποιούνται για την κατασκευή τους. Αυτά τα αποθέματα είναι σε θέση να ικανοποιήσουν την τελική ζήτηση των πελατών, σε ένα απαιτούμενο επίπεδο εξηπηρέτησης ή / και έναν προϋπολογισμό. Σε περιπτώσεις όπου η ζήτηση είναι εξαρτημένη, όπως η ζήτηση εξαρτημάτων είναι εξαρτημένη στη ζήτηση των τελικών προϊόντων που συνθέτουν, ο έλεγχος αποθεμάτων μειώνεται σε μια προγραμματισμένη άσκηση μέσω διαδικασιών προγραμματισμού απαιτούμενων υλικών (MRP). Εάν η ζήτηση είναι ανεξάρτητη, αλλά με κάποιο τρόπο είναι γνωστή εκ των προτέρων, οι οικονομικές παραγγελίες ποσότητας θα παρέχουν τις βέλτιστες αποφάσεις για τα αποθέματα (Harris, 1913). Ωστόσο, η ζήτηση πλείστον ανεξάρτητη και άγνωστη κατά τη στιγμή που πρέπει να ληφθούν αποφάσεις σχετικά με την αποθήκευση και την παραγωγή, και γι 'αυτό πρέπει να την προβλέψουμε.Σε αυτό το πλαίσιο, αναφερόμαστε σε μια πρόβλεψη ως την (καλύτερη δυνατή) προσδοκία για το τι πρόκειται να συμβεί όσον αφορά τη ζήτηση για μια συγκεκριμένη μονάδα τήρησης αποθεμάτων. Αυτό μπορεί να αναφέρεται σε μοναδική πρόβλεψη (μέση ή διάμεση ζήτηση), πρόβλεψη διασποράς, παραμέτρους, ή ολόκληρη την κατανομή της ζήτησης στο χρόνο που θέλουμε να προβλέψουμε. Διακρίνουμε αυτές τις προβλέψεις της ζήτησης (ή επιστροφών, στο πλαίσιο των κυκλικών αλυσίδων εφοδιασμού που μελετάμε), ενδεχομένως να χρησιμοποιηθεί για διαχείριση αποθεμάτων μονάδας αποθήκευσης (SKU), από προβλέψεις για άλλες λειτουργίες (π.χ. για προώθηση προϊόντων). Χρησιμοποιούμε τον όρο "πρόβλεψη διαχείρησης αποθεμάτων" για να περιγράψουμε τη διασταύρωση αυτών των δύο περιοχών, τη βιβλιογραφία για τον έλεγχο διαχείρησης αποθεμάτων που βασίζεται στην πρόβλεψη παραμέτρων, την εκμετάλλευση ή την προσαρμογή στα χαρακτηριστικά της ζήτησης. Είμαστε οι πρώτοι που διεξάγουμε κριτική ανασκόπηση αυτής της βιβλιογραφίας (Goltsos et al., 2020), η οποία ενημερώνει τις αποφάσεις μοντελοποίησης αυτής της εργασίας.Στο πλαίσιο αυτό, οι προβλέψεις γύρω από τις λειτουργίες ανακατασκευής συμπεριλαμβάνουν τρεις ταυτόχρονες προκλήσεις: α) πρόβλεψη του χρονισμού (πότε) και της ποσότητας (πόσο) της ζήτησης, β) πρόβλεψη του χρονισμού και της ποσότητας των επιστροφών, και γ) την κατάσταση/ποιότητα των επιστροφώμ (τουλάχιστον στο ελάχιστο πόσες αποδόσεις είναι χρήσιμες, δηλαδή στον αριθμό των ανακατασκευάσιμων επιστροφών). Η έρευνά μας επικεντρώνεται στις δύο πρώτες προκλήσεις: ταυτόχρονη πρόβλεψη της ζήτησης και των αποδόσεων, προς ενημέρωση των αποφάσεων παραγγελιών και παραγωγής στα πλαίσια επιχειρήσεων ανακατασκευής.Σε αντίθεση με τη ζήτηση, η ροή των επιστρεφόμενων στοιχείων δεν μπορεί να θεωρηθεί ανεξάρτητη τυχαία μεταβλητή, αλλά συνδέεται ισχυρά με προηγούμενες πωλήσεις. Όπως θα δείξουμε, αυτή η σχέση δεν μπορεί να παραμεληθεί χωρίς κόστος. Τέσσερις μέθοδοι που προτάθηκαν από τους Kelle and Silver (1989) έχουν προσελκύσει την προσοχή τόσο σε θεωρητικούς όσο και σε εμπειρικούς τομείς. Λόγω της έλλειψης διαθέσιμων δεδομένων, αυτές οι μέθοδοι δεν έχουν ποτέ δοκιμαστεί σε πραγματικά (σειριακά) δεδομένα πωλήσεων και επιστροφών, και επομένως η απόδοση τους σε πραγματικά δεδομένα είναι ελλειπής. Επιπλέον, η έρευνα στην περιοχή έχει υιοθετήσει κάποιες βολικές υποθέσεις όσον αφορά την πρόβλεψη της ζήτησης, οι οποίες αποκρίπτουν τις επιπτώσεις της αβεβαιότητας περί της ζήτησης όσον αφορά την πρόβλεψη των επιστροφών (και τις εργασίες ανακατασκευής). Η έρευνα είναι η πρώτη που εξετάζει αυτές τις δύο παραμέτρους, και παρέχει εμπειρικά στοιχεία σχετικά με τις επιπτώσεις της σειριοποίησης στις προβλέψεις των επιστροφών.Βασιζόμενοι σε προτοφανής λεπτομέριας δεδομένα (και κόπου που δαπανήθηκε για να αποκτηθούν), μοντελοποιούμε τις λειτουργίες ενός τυπικού ανακατασκευαστή. Τροποποιούμε τις μεθόδους πρόβλεψης επιστροφών για να επιτρέψουμε άγνωστη ζήτηση. Μια εμπεριστατωμένη εμπειρική ανάλυση διεξάγεται, μέσω προσομοίωσης, της απόδοσης των μεθόδων σε ένα περιβάλλον ανακατασκευής. Ένα μοναδικό σύνολο δεδομένων των σειριοποιημένων συναλλαγών και των επιστροφών από τον Όμιλο Excelitas και έναν από τους εργολάβους άμυνας στη Βόρεια Ουαλία, την Qioptiq, χρησιμοποιήθηκε για το σκοπό αυτό. Εκτός από την χρήση εμπειρικών δεδομένων, η άσκηση προσομοίωσης διεξήχθη, στο σύνολό της, χρησιμοποιώντας πραγματικές (σε αντίθεση με υποτιθέμενες) τιμές για όλες τις παραμέτρους ελέγχου. Είμαστε (οι πρώτοι) που χαρακτηρίζουμε την εμπειρική συμπεριφορά της κατανομής επιστροφών (βάση πραγματικών δεδομένων), καθώς και της σειράς ζήτησης και επιστροφών και κατασκεύασε μια λεπτομερή άσκηση προσομοίωσης για την εκ των προτέρων αξιολόγηση των επιδόσεων των διαφόρων προβλέψεων μεθόδους που σχετίζονται με διαφορετικούς βαθμούς έντασης πληροφοριών. Η απόδοση, τόσο ως προς την ακρίβεια όσο και ως προς την χρησιμότητα (απόδοση αποθεμάτων), έχει συζητηθεί στο πλαίσιο της τεχνολογίας των πληροφοριών και της βιβλιογραφίας σχετικά με τη διαθεσιμότητα δεδομένων.Βρίσκουμε πως η σειριοποίηση (που επιτρέπει τη χρησιμοποίσηση της πιο συνθετης μεθόδου, Μ3), που είναι κάτι που αξίζει τον κόπο για προϊόντα χαμηλής ζήτησης, ειδικά εάν είναι δαπανηρά. Επίσης, παρέχουμε αποδείξεις ότι τα οφέλη αυτά επεκτείνονται επίσης ε περιπτώσεις ειδών μεγάλου όγκου. Είναι σημαντικό ότι τα οφέλη της σειριοποίησης όχι μόνο καθιστούν δυνατή την εφαρμογή της M3, αλλά και το ακριβή χαρακτηρισμό της διαδικασίας επιστροφών, οφελώντας έτσι και την πιο σταθερή και απλούστερη (M2). Όσον αφορά κατανομές, συνιστούμε είτε την χρησιμοποίηση της πραγματικής εμπειρικής κατανομής, είτε της κατανομής βήτα. Όσον αφορά τις μεθόδους, η M3 λειτουργεί καλύτερα σε σταθερά περιβάλλοντα, ενώ η σταθερότητα της M2 είναι προτιμότερη σε περιβάλοντα υψηλής αβεβαιότητας. Διαπιστώνουμε ότι η αβεβαιότητα της ζήτησης είναι συχνά η κύρια πηγή αβεβαιότητας στο σύστημα, και πως περαιτέρω έρευνα απαιτείται σχετικά με τον έλεγχό της. Πιστεύουμε ότι αυτά τα ευρήματα σχετίζονται τόσο με την έρευνα πρόβλεψης επιστροφών όσο και με τις ροές της βιβλιογραφίας σχετικά με τη διαθεσιμότητα πληροφοριών και τα συστήματα διαχείρησής τους. Τέλος, παρουσιάζονται επιχειρήματα για τη σημασία της αλληλεπίδρασης της πρόβλεψης και του ελέγχου των αποθεμάτων γενικότερα αλλά και σε περιβάλλοντα ανακατασκευής συγκεκριμένα.
  • Τεκμήριο
    An investigation into conditions and support for innovation and entrepreneurship in a deep crisis context
    (2019) Γκότση-Κορώνη, Νίκη; Gkotsi-Koroni, Niki; Athens University of Economics and Business, Department of Management Science and Technology; Πραματάρη, Αικατερίνη; Σπανός, Ιωάννης; Δουκίδης, Γεώργιος; Βουδούρη, Ειρήνη; Πουλούδη, Αθανασία; Παπαλεξανδρής, Αλέξανδρος; Soderquist, Klas Eric
    Η διδακτορική αυτή έρευνα αναπτύσσεται μεταξύ των επιστημονικών κλάδων της καινοτομίας, της επιχειρηματικότητας και των δημοσίων πολιτικών και διεξάγεται στο πλαίσιο της ελληνικής κρίσης. Το ερευνητικό πρόβλημα επικεντρώνεται στις συνθήκες καινοτομίας και επιχειρηματικής δραστηριότητας, σε ένα πλαίσιο βαθιάς κρίσης, και στον τρόπο με τον οποίο οι επιχειρήσεις, οι πρωτοβουλίες υποστήριξης και οι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής μπορούν να προσαρμοστούν και να ενεργήσουν κατάλληλα, προκειμένου να αναπτυχθεί και να ενθαρρυνθεί η καινοτομία. Το κύριο θεωρητικό υπόβαθρο της έρευνας είναι η προσέγγιση της συνεξέλιξης (coevolution). Συμπληρωματικές θεωρίες που χρησιμοποιούνται είναι οι θεωρίες θεσμών, συστημάτων καινοτομίας και πολιτικών καινοτομίας. `Υιοθετήθηκε η μεθοδολογία της ποιοτικής έρευνας. Η ανάλυση των δεδομένων ακολούθησε τα καλά καθιερωμένα πρότυπα της ποιοτικής έρευνας και θεμελιώθηκε σε ένα θεωρητικό υπόβαθρο. Η κύρια πηγή δεδομένων ήταν οι συνεντεύξεις με καινοτόμους σε εδραιωμένες, νεοσύστατες και νέες επιχειρήσεις με επιτυχημένα αποτελέσματα καινοτομίας κατά τη διάρκεια της κρίσης. Επίσης, διεξήχθη μια μελέτη περίπτωσης της Cosmote. Επιπρόσθετα, διενεργήθηκαν συνεντεύξεις με οργανισμούς υποστήριξης της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας και ένας μεγάλος όγκος δευτερευόντων δεδομένων επεξεργάστηκαν (μέσω της μεθόδου triangulation) στην εμπειρική βάση της έρευνας.Το κύριο αποτέλεσμα είναι η ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου εννοιολογικού μοντέλου για την καινοτομία και την επιχειρηματική δραστηριότητα σε ένα πλαίσιο βαθιάς κρίσης. Δημιουργήθηκε από τους κώδικες, τις κατηγορίες και τις συσσωρευμένες θεωρητικές διαστάσεις που προέκυψαν από την ανάλυση. Το μοντέλο υπογραμμίζει τις συνθήκες που προκαλούνται από την κρίση, τις συνθήκες που πλαισιώνουν την κρίση, και τις συνθήκες που παρεμβαίνουν στην διαδικασία καινοτομίας, μέσα στο πλαίσιο της κρίσης. Το μοντέλο προσφέρει μια υποδομή με δυνατότητες για περαιτέρω μελέτη της καινοτομίας και της επιχειρηματικής δραστηριότητας σε ένα πλαίσιο βαθιάς κρίσης, γεφυρώνοντας τους τομείς της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας και ενσωματώνοντας τέσσερις θεωρητικές οπτικές: συνεξέλιξη, θεσμούς, συστήματα καινοτομίας και πολιτικές για καινοτομία /επιχειρηματικότητα.
  • Τεκμήριο
    Indoor localization systems for retail stores: an artificial intelligence location analytics approach
    (21-12-2019) Σταύρου, Βασίλειος; Stavrou, Vasilis; Athens University of Economics and Business, Department of Management Science and Technology; Δουκίδης, Γεώργιος; Μούρτος, Ιωάννης; Κουρουθανάσης, Παναγιώτης; Λεκάκος, Γεώργιος; Τσότσολας, Νίκος; Πραματάρη, Αικατερίνη
    Η συμπεριφορά του καταναλωτή μέσα στο κατάστημα αποτελεί ερευνητική περιοχή ενδιαφέροντος για περισσότερα από 60 χρόνια με στόχο να εντοπίσει διάφορα μοτίβα που μπορούν να προσφέρουν αξία. Η κατανόηση της συμπεριφοράς του καταναλωτή μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές πληροφορίες για τους λιανέμπορους και να ενισχύσει την εμπειρία των καταναλωτών μέσα στο κατάστημα.Παρά τη δημοτικότητα της Χωρικής Αναλυτικής και των υπηρεσιών βάσει τοποθεσίας, και οι δύο αντιμετωπίζουν ένα κοινό πρόβλημα, την ακρίβεια του μηχανισμού εντοπισμού που χρησιμοποιούν. Για την αντιμετώπιση των ερευνητικών ερωτημάτων της παρούσας διατριβής, (α) υιοθετούμε ως μεθοδολογική προσέγγιση το μοντέλο Design Science, (β) αναπτύσσουμε ένα σύστημα εντοπισμού θέσης για εσωτερικά περιβάλλοντα και (γ) υιοθετούμε μια προσέγγιση μηχανικής μάθησης που εκτελεί εντοπισμό θέσης. Συνοπτικά, σχεδιάζουμε και αναπτύσσουμε ένα σύστημα που παράγει και επεξεργάζεται δεδομένα σήματος και αναπτύσσουμε μια προσέγγιση μηχανικής μάθησης για τον εντοπισμό θέσης που μπορεί να εφαρμοστεί σε χωροχρονικά δεδομένα από συσκευές Διαδικτύου των Πραγμάτων (IoT). Αξιολογούμε δύο διαφορετικές ασύρματες τεχνολογίες ((α) Wi-Fi και (β) Bluetooth Low Energy Beacons) και εφαρμόζουμε τεχνικές τεχνητής νοημοσύνης για την αντιμετώπιση των ερευνητικών ερωτημάτων. Επιπλέον, για την αντιμετώπιση των ερευνητικών ζητημάτων προτείνουμε ένα artifact συστήματος το οποίο είναι υπεύθυνο για τη δημιουργία, την καταγραφή και την επεξεργασία των δεδομένων για τον εντοπισμό θέσης σε εσωτερικά περιβάλλοντα. Το αποτέλεσμα της προτεινόμενης προσέγγισης είναι η θέση του χρήστη της ασύρματης υποδομής μέσα στο κατάστημα. Εφαρμόζουμε αυτήν την προσέγγιση σε δύο διαφορετικές περιπτώσεις. Η πρώτη περίπτωση αφορά την τεχνολογία BLE Beacons, ενώ η δεύτερη αφορά τεχνολογία Wi-Fi. Στη συνέχεια αξιολογούμε τα ευρήματα χρησιμοποιώντας τεχνική αποτίμηση της επίδοσης της και επίσης εξετάζουμε την επιχειρηματική ερμηνεία των αποτελεσμάτων. Για το σκοπό αυτό, αξιοποιούμε την αξιολόγηση βάσει δεδομένων και την αξιολόγηση βάσει χρηστών, προκειμένου να αξιολογήσουμε τα αποτελέσματα της προσέγγισης εντοπισμού θέσης. Τέλος, παραθέτουμε μια σειρά πρακτικές εφαρμογές με βάση τη διάσταση της θέσης.
  • Τεκμήριο
    Extending maintainability analysis beyond code smells
    (02-05-2019) Tushar, Sharma; Athens University of Economics and Business, Department of Management Science and Technology; Louridas, Panagiotis; Gousios, Georgios; Kessentini, Marouane; Malevris, Nikolaos; Stamelos, Ioannis; Chatzigeorgiou, Alexandros; Spinellis, Diomidis
    Code smells indicate the presence of quality problems impacting many facets of software quality such as maintainability, reliability, and testability. The presence of an excessive number of smells in a software system makes it hard to maintain and evolve.Our first aim in this thesis is to understand the characteristics of code smells, such as their occurrence frequency, and relationships such as correlation and collocation among smells arising at different granularities. We aim to perform an exploratory study to investigate the feasibility of detecting smells using deep learning methods without carrying out extensive feature engineering. We would also like to explore whether transfer-learning can be employed in the smell detection context. Apart from the production source code, other sub-domains of software such as configuration code in Infrastructure as Code (IaC) paradigm and database code are also prone to maintainability issues. Our next goal is to propose a method to identify quality issues in configuration code and carry out a maintainability analysis.We perform a large-scale empirical study to analyze production code written in C# from maintainability perspective. We mine seven architecture, 19 design, 11 implementation smells from a large set of 3,209 open-source repositories containing more than 83 million lines of code. Our exploration with deep learning techniques establishes that deep learning methods can be used for smell detection though the performance of individual models varies significantly. We extend the maintainability analysis to configuration code. We analyze 4,621 Puppet repositories containing 142,662 Puppet files and more than 8.9 million lines of code using Puppeteer - a configuration smell detection tool that we developed. Further, we investigates relational database schema smells and its relationships with application and database characteristics. We compare between open-source and industrial codebase from database schema quality perspective.
  • Τεκμήριο
    Data-driven innovation in shopper marketing: a business analytics approach for visit segmentation in the retail industry
    Γρίβα, Αναστασία; Griva, Anastasia; Athens University of Economics and Business, Department of Management Science and Technology; Δουκίδης, Γεώργιος; Παπακυριακόπουλος, Δημήτρης; Θεοτόκης, Άρης; Σταθακόπουλος, Βλάσης; Λεκάκος, Γεώργιος; Χατζηαντωνίου, Δαμιανός; Πραματάρη, Κατερίνα
    The abundance of data reflecting customer behavior and the continuous changes in modern shopper behavior revives segmentation literature in contemporary retail. Motivated by this fact, this research proposes a visit segmentation approach that reveals the shopping intentions/ missions that induced consumers’ visits. By examining shopper behavioral data, in visit level we identify the underlying needs that boosted a customer to visit a store e.g. to procure materials to renovate the bathroom, to buy professional clothes, to prepare a dinner etc.. We applied and evaluated the proposed approach in three heterogeneous retailers with different sale channels and product types. During the application of the approach, we identified several shopper, retailer and data-related factors that affect the segmentation. Thus, this research also provides a set of factors that managers in the retail industry, as well as marketeers and data scientists should consider when designing segmentation systems and approaches. These factors not only affect the segmentation process, but also the shopper marketing decisions that our approach enables. Hence, we further present data-driven innovations in shopper marketing that the resulting visit segments could support ranging from marketing campaigns per visit segment and redesign of a store’s layout to cross-selling strategies and product recommendations.
  • Τεκμήριο
    Exploitation of IT research results and the creation of innovation in the context of collaborative Transport R&D projects
    (30-04-2019) Γιαννόπουλος, Αθανάσιος; Giannopoulos, Athanasios; Athens University of Economics and Business, Department of Management Science and Technology; Πραματάρη, Αικατερίνη; Πουλυμενάκου, Αγγελική; Σόντερκβιστ, Κλας-Έρικ; Γιαννής, Γεώργιος; Παπαϊωάννου, Παναγιώτης; Πουλούδη, Αθανασία; Δουκίδης, Γεώργιος
    Η παρούσα εργασία εξετάζει τους παράγοντες και τις συνθήκες που επηρεάζουν την αξιοποίηση των αποτελεσμάτων πληροφορικής των ερευνητικών έργων, κυρίως αυτών που γίνονται με δημόσια χρηματοδότηση, για την παραγωγή τελικών εμπορικών προϊόντων και καινοτομίας. Το πεδίο εφαρμογής που εξετάζεται είναι ο τομέας των Μεταφορών και ειδικότερα των Ευφυών Συστημάτων Μεταφορών (ΕΣΜ). Εφαρμόζοντας ένα συνδυασμό ποιοτικών και ποσοτικών ερευνητικών μεθόδων, οι γνώσεις και η εμπειρία ειδικών στον χώρο των μεταφορών χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των πιθανών καθοριστικών παραγόντων, οι οποίοι στη συνέχεια αξιολογούνται εμπειρικά μέσω μιας πανευρωπαϊκής έρευνας ερωτηματολογίων. Η επιτυχής εκμετάλλευση και η υλοποίηση των αποτελεσμάτων της έρευνας που συνήθως παράγουν καινοτομία προϊόντων ή διαδικασιών, συσχετίζονται με τρεις κατηγορίες παραγόντων. Αυτές αφορούν τα εσωτερικά χαρακτηριστικά της εταιρείας, τα χαρακτηριστικά που περιγράφουν το περιβάλλον του ερευνητικού έργου και τέλος τα χαρακτηριστικά που περιγράφουν το ερευνητικό αντικείμενο του ερευνητικού έργου. Τα βασικά συμπεράσματα της εργασίας δείχνουν ότι οι οργανώσεις απολαμβάνουν μεγαλύτερες επιπτώσεις καινοτομίας από τη συμμετοχή τους σε χρηματοδοτούμενα έργα έρευνας και ανάπτυξης υπό τον όρο των εγγενών χαρακτηριστικών τους καθώς επίσης και των εγγενών χαρακτηριστικών της διερευνηθείσας τεχνολογίας και του περιβάλλοντος στο οποίο θα να εφαρμοστεί αυτή.